tumblr_inline_n08vd7u2Pg1s2mxev

Μελλοντισμός (Γράμμ’ από καιρό σταλμένο στο Μιλάνο προς τον επαναστατικό ποιητή Marinetti, τον αρχηγό του λεγόμενου Futurisme. )
Αγαπητέ ποιητή,
Συμπαθησέ με που κάπως αργά αποκρίνομαι στο φιλικό στάλσιμο του βροντερού σου διαλαλημού. Μα δεν είναι αργά και πάντα καιρός υπάρχει σα μιλείς κανείς για το Μελλοντισμό και για όλα τα πόκοτα και τα πολεμόκραχτα που τα καταφρονάν τα τωρινά και που κρατάνε καρφωμένα τα μάτια προς τα μελλούμενα.
Όταν κανείς πατήση τα πενήντα σαν εμένα, παράξενο δεν είναι κι αν τρομάζει κάπως από την τόλμη κι από την καταφρόνια που κλείουνε ταναρχικά τα λόγια σου, τα λόγια που συντρίβουν όλα τα τιμημένα κι όλα ταξιόσεβαστα είδωλα του περασμένου καιρού.
Κι όταν πατά κανείς, καθώς εγώ, τη γη, την απάνω απ’ όλες τις άλλες, τη γή που όλο και τα κλασσικά θυμάται, τη γη που στέκεται του αρχαίου ειδωλολάτρισσα, και που συστηματικά θεοποιεί τα φαντάσματα, όταν κανείς ανασαίνη με τον αέρα μίας χώρας που ο Σκολαστικός είναι ακόμα ο αφέντης, κυβερνώντας κοινή συνείδηση, και η Αρχαιολογία, η μόνη επιστήμη που σκύβουνε μπροστά της (ας είναι κι από ξεππασμάρα πρώτης) με υπερθρησκευτική κρασοκατάνυξη, σα να είταν εκείνη της ομορφιάς και της αλήθειας μονάκριβη αποκάλυψη, θα μπορούσε να φαντάζη στα μάτια μου σαν έγκλημα για την καρμανιόλα το μελλοντικό σου το πρόγραμμα.
Μα μη φοβάσαι. Είμαι ποιητής. Πάντα βαθιά τον ένοιωσα το λόγο του Τάιν. “Το καθεαυτό σημάδι του ποιητή: Πάντα νέος και παρθενικός αιώνια.”. Κάτι με σπρώχνει να τονε χαιρετήσω το μελλοντισμό σου, σαν ένα όμορφο παλληκάρι, μεστωμένο και μεγαλόκορμο, που πια δεν τρέχει αρματοδρόμο στην Ολυμπία, μα που περνά τρεχάτο σε μεγαλόπρεπεο αυτοκίνητο, σφυρίζοντας ένα σφύρισμα μαζί τρομαχτικό και κοροϊδευτικό. Τονε χαιρετώ το μελλοντισμό σου, και με θαμπώνουν όχι τόσο η πλαστική του χάρη και σωστά που μας παρατηρεί, όσο η αναρχική ζωηράδα στα κινηματά του και η περηφάνεια του η σατανική.
Έπειτα: ο αέρας γύρο μου, ο καθαρώτατος: Δε θυμάμαι, και χειμώνα και καλοκαίρι, και μια μέρα που να την πέρασα χωρίς να χαρώ λιγάκι φώς, χωρίς να συλλογιστώ πώς ο ήλιος είν’ εδώ κάτου, είναι για μας ο μόνος ορατός και αθάνατος και σπάταλος θεός,ο πατέρας όλων όσα ζούνε, ο μεγάλος ο μοιραστής της ζωής, που σαλεύει και ξετυλίγεται, και μεταμορφώνεται, ο ήλιος που αλύπητα τις ξεσκεπάζει, κάτου από τα ποζάτα φτιασιδώματα του γηρασμένου, όλες τις ζαρωματιές, όλες τις συχαμερές γκριμάτσες που αγωνίζονται μακριάθε να μας φαντάζουνε σα ροδοκόκκινα χαμογέλια.
Οι στίχοι τούτοι του Ίψεν επιγραμματικά την παρασταίνουν την ουσία του μανιφέστου σου: Κάλλιο να ζής τη ζωή, παρά να κοιμάσαι κάτου από τους ίσκιους που ρίχνουνε τα κυπαρίσσια των προγόνων.”. Βέβαια είμαι κάπως επιφυλαχτικός μπροστά σε κάποια δόγματα της μελλοντιστικής θρησκείας. Σέβομαι κάποια συντρίμμια αθάνατα του περασμένου, που τα ιστεύω σα μαρτύρους απαραίτητους για να γνωρίσουμε καλλίτερα τα τωρινά, για να τα συνεχίσουμε, καθώς πρέπει, τα περασμένα.
Τιμώ το σοσιαλισμό, (κι ας στέκουμαι μακριά του, στοιχεί, από τα πιο μεγάλα ζωής και προκοπής, ιδέα που είναι κι αυτή μεστωμένη από την ιερή μανία του μελλοντισμού. Πρόθυμα θα πολεμήσω για το φεμινισμό, δηλαδή για κάθε που γυρεύει ννα γλυτώση από μια σκλαβιά τη γυναίκα. Μα με όλο τον ίσκιο που ξαπλώνει απάνω μου ο σεβάσμιος βράχος της Ακρόπουλης, θυμάμαι πως έγραψα κάποτε μια “Ωδή στο θάνατο του Ίψεν”. Μέσα εκεί βρίσκονται τα δύο τούτα πεντάστιχα, που μπορεί να μην αξίζουν και πολύ, μα που είναι καθάρια μελλοντιστικά:
Και κανενός πατέρα από τη Σπάρτη
και τάφου κανενός απ’ την Αθήνα
τα κόκκαλα δεν πήγα να ξεθάψω
να τα χτίσω στην πόρτα του σπιτιού μου
για να φαντάξω.

Στο χτεσινό το χώμα που την ξέρει
τη δάφνη, και το γγίζεις και αναβρύζει
το νερό το αρμυρό, σα θυμωμένο
εκεί που ο Μπάυρον έκλεισε τα μάτια,
πρωτοείδα σε, ήλιε!
Κι ακόμη θυμάμαι πως έχω την τιμή ναγωνίζουμε, στον τόπο τούτο, με όλη μου την ψυχή για το θρίαμβο της ζωντανής μας γκλώσσας, που την καταφρονούν όλες οι πρόληψες του περαμένου, ναγωνίζουμαι για την καθιέρωση μιας τέχνης που να σπαρταρίζη από λευτεριά κι από ειλικρίνεια κι από ζωή. Όλα τα θυμάμαι και κράζω μαζί σου: Ζήτω του μελλοντισμού!
Κωστής Παλαμάς